Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2010

Από φεις μπουκ

A Farewell, by Lord Alfred Tennyson

24 02 2010

ο αποχαιρετισμός

Κυλάς, κρύο ρυάκι, για τη θάλασσα,
Το τιμητικό σου χαίρε λέει:
Δε θα ‘ναι πια τα βήματά μου πλάι σου
Για πάντα και για πάντα

Κυλάς, αργοκυλάς, μες στα λιβάδια
Ρυάκι κι ύστερα ποτάμι
Πουθενά πια δε θα πηγαίνουμε μαζί
Για πάντα και για πάντα

Μα εδώ θ’ αναστενάζει η σημύδα σου
Κι εδώ η λεύκα σου θα τρέμει
Κι εδώ κοντά σου θα βουίζει η μέλισσα
Για πάντα και για πάντα

Χίλιοι ήλιοι θα χύνονται επάνω σου
Χίλια φεγγάρια θα ριγούν
Μα δε θα ‘ναι τα βήματά μου πλάι σου
Για πάντα και για πάντα

Lord Alfred Tennyson

Από φεις μπουκ

Η ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ από Μανώλη Κατσούλη
Εσύ πρώτα μου έδωσες
τα μάτια , τα χέρια, την καρδιά,
μετά μου κλείδωσες το νου
στον χώρο και στον χρόνο Σου

Εσύ πρώτα με έστειλες
πάνω στο χώμα να βαδίσω,
και σιγά σιγά έκλεισες χωρίς οίκτο
τα ολόφωτα μονοπάτια Σου.

Ξέμεινα από δάκρυα,
ο πόνος μου ξεθώριασε,
η ηχώ της φωνής μου
δεν αποκρίνεται πλέον
στους απέραντους ορίζοντες Σου.

Στάλα στάλα,
σαν τις σταγόνες
που αναπηδούν από τα φύλλα,
με το ρυθμό του λεπτοδείκτη,
το αίμα μου χύνεται
και η ζωή φεύγει
αφήνοντας πίσω της ελπίδες
και μαζεύοντας όνειρα.

Τι έγινε η λάμψη της νιότης;
Περιμένω τώρα την θαλπωρή Σου.
Τι έγινε το σφρίγος του κορμιού μου;
Περιμένω τώρα τη θέρμη της πνοή Σου.
Τι έγινε η προσδοκία της μεγαλοψυχίας;
Περιμένω τώρα την αιώνια προστασία Σου.

Μέσα στα σκοτάδια της νύχτας μου
λάμπεις σαν άστρο μόνο στον ουρανό.
Προσδοκώ τώρα τη δικαιοσύνη Σου.

ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ 2010

Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2010

Από φεις μπουκ

Ο ΝΙΚΗΤΗΣ από Μανώλη Κατσούλη
Τι κι αν
έχασα τον πόλεμο;

Τι κι αν
απ’ την φυλή μου
χάθηκαν πολλοί;

Είχα νικήσει
απ’ την αρχή
όταν έριξα
τις πρώτες σφαίρες.


Το ποίημα αυτό μεταφράστηκε και δημοσιεύτηκε
στα Γαλλικά από το Γαλλικό Ινστιτούτο το 1971
από το βιβλίο ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ του ΜΑΝΩΛΗ ΚΑΤΣΟΥΛΗ
Γράφτηκε πριν από 2 ώρες · ·

Από φεις μπουκ

Eulie Kougia: 22 Φεβρουαρίου στις 12:57 π.μ. Reply
...........................
Και πάλι φυσά τροχασμό
Ύστερα ήπιο καλπασμό
Σε λίγο εντονότερο και
Αργά ή γρήγορα θυελλώδη
...............................

http://wordquietness.blogspot.com/2009/12/blog-post.html
___________________
Γιούλη Κουγιά "άνεμος"
από τη συλλογή "άκου, οι λέξεις σωπαίνουν"

Sunday

άνεμος

Διάφανος καλπάζει
Φορτωμένος τα αόρατα
Διανύει τις ώρες της γης
Μετακινεί τις προθέσεις

Κάποτε ησυχάζει γύρω μας
Άραγε, από το φορτίο βαρύς, ή
Ελαφρύς που παραδόθηκε
δεν έχει πια ν’ αντιστέκεται

Και πάλι φυσά τροχασμό
Ύστερα ήπιο καλπασμό
Σε λίγο εντονότερο και
Αργά ή γρήγορα θυελλώδη

Ο ταχυδρόμος της φύσης
Αγγελιοφόρος των πλασμάτων
που ριζώνουν βαθιά στην πατρίδα
Και μόνο η ανάσα τους φεύγει

κρεμασμένη στη χαίτη του
Την παίρνει μακριά, με άλλον τόπο
να αγαπηθεί και να γεννήσει
τη μορφή που εδώ έχει εκπνεύσει

Τον κατοικούν τα πουλιά
Συχνά ταξιδεύουν στη ράχη του
Μα γρηγορούν να ξεπεζέψουν
αν τυχόν βγει απ’ το δρόμο τους

ΘΑΛΑΣΣΑ

Konstantinos Giannopoulos: 20 Φεβρουαρίου στις 1:31 π.μ. Reply
Θάλασσα


Δεν ξέρω, πού είσαι θάλασσα, να στρέψω το καράβι,
- να ξεπηδήσω απ’ τα νωθρά νερά του ποταμού,
να φύγω, από το μόλο αυτό, που με κρατούν οι κάβοι
και να βρεθώ σε χάλασμα θαλασσινού καιρού.

- Με το καράβι, εξώθησε και φτάσε απ’ τη μεριά μου,
και στα δαρμένα κύματα, θε να σ’ αναζητώ!
Κι όταν σε ντύσω θάλασσα μετά, με τα σκουτιά μου,
ως θα’σαι κι αξελόγιαστος, θα σ’ αρραβωνιστώ.

- Αν είναι αλήθεια, θάλασσα, να στρέψω το καράβι,
φτερά να βάλω πάνω του, κοντά σου να βρεθώ!
Μα ξέρεις… κάπου, κάποτε, στου ποταμού τη χάρη,
κάποια καλόμορφη γοργό μ’ έσυρε στο βυθό.

- Θα νοσταλγώ στα κύματα, εγώ, το ακροθαλάσσι,
κι όταν θα ’ρθείς την άμπωτη, κρώξε φωνή του γλάρου.
- Στις Ατλαντίδες μήνυσα, έχει ο καιρός χαλάσει,
και με γραφίδα σου ιστορώ: Είναι θαμπό του φάρου.

- Στέκουν δυο κόσμοι ανάμεσα, κοχύλια και κοράλλια.
Θα περιμένω πάντοτε, παιδί, του ποταμού.
- Καταμεσής σου, θάλασσα, κοιτώντας με τα κιάλια,
θα λογαριάζω εσένανε στ’ αστέρια τ’ ουρανού.

- Το γλυκερό μου, πάνωθε στα χείλη σου και πάλι!
Αρχέγονη γεύση γλυκιά, κι αν θέλεις τη παντρεύω.
- Κάτω απ’ το φως του φεγγαριού μοιάζεις θάλασσα, ζάλη,
άγνωρος τόπος μακρινός που μέσα ταξιδεύω.

Γιώργος Μανέτας

Από φεις μπουκ

Sunday, February 17, 2008

Με τον τρόπο του δημοτικού *


Οσμίζομαι τη θάλασσα
και ανασαίνω τύχη
μικρά κοχύλια στο γυαλό
μου τραγουδάνε λήθη
γοργόνες καλοτάξιδες
με παίρνουν απ' το χέρι
κι εγώ ξεχνάω την πληγή
ξεχνώ και το μαχαίρι.

Αφανίζεται ο θάνατος
τα μακρινά ζυγώνουν
αγάπη είν' η πραμάτεια της:
αυτά που μας ενώνουν.

Να αναπνέεις πεθυμιά
και να κοιμάσαι ήλιο
λαμπρή σταγόνα ως ποταμός
να λούζει τα όνειρά σου
πάντα σε αρχή μονοπατιού
φρέσκα τα βήματά σου.
Κι αν το φεγγάρι δεν φανεί
στα πράσινα κρυμμένο
φίλα ένα-ένα τα κλαδιά
εγώ θα περιμένω.

Δεν θέλω άλλα ποιήματα
ματάκια μου
πολύ νοστάλγησα
τα μελωμένα
εκείνα που δεν λιώνουνε
το νου μου, αλλά εμένα
κι ας έρχεται κάθε πρωί
ο ήλιος να χαζέψει
σαν ηδονοβλεψίας
τα κομματάκια μου.

Φωτιά να πάρει το μυαλό
και κάρβουνο οι λέξεις
να σε ποτίζω ουρανό
και να μη λες να φέξεις.

Από φεις μπουκ

Konstantinos Giannopoulos: 21 Φεβρουαρίου στις 4:11 π.μ. Reply

Η τρυφερότητα είναι αρρώστια
(Μαρκ Ολμοντ)

Εζησε πάντα μόνη.
Κλειδωμένη στον εαυτό της.
Για να κάνει την απελπισία της φανερή
σωριαζότανε κι έκλαιγε για μένα.
Την πέταξα οπως αδειάζει
τη στάχτη απ' το τασάκι.
Την άφησα να υποκρίνεται μονάχη
την άφησα να προσεύχεται μόνη.

Και τώρα αναρωτιέσαι γιατί
άφησα την φλόγα να σβήσει.
Θα κρατήσω το μυστήριό μου ανεξιχνίαστο
μυστικά μου θα μείνουν,τι είναι
πραγματικότητα και φαντασίωση.

Η τρυφερότητα είναι αρρώστια
κουρελιάζει τις άμυνές σου
γίνεσαι ο εύκολος στόχος.
Η τρυφερότητα ειναι αρρώστια
σε κάνει τόσο ευάλωτο.

Έζησε πάντα μόνος
λέγοντάς μου πως έτσι το θέλησε
ένα θύμα των περιστάσεων
αυτός που χάνει τις ευκαιρίες , είναι χαμένος.
Η αλήθεια , η αγάπη, τα ψέμματα,
όλα έγιναν ίδια γι' αυτόν.
Όμως ποτέ δεν ενέδωσε, στην εσχάτη αμαρτία.

Και τώρα ρωτάς γιατί, άναψα την φλόγα στα μάτια μου
Θα κρατήσω το μυστήριό μου ανεξιχνίαστο.
Θα μείνουν μυστικά μου
τι είναι πραγματικότητα και φαντασίωση.

Η τρυφερότητα είναι αρρώστια ,
κουρελιάζει τις άμυνές σου είσαι ο εύκολος
στόχος
και υποθέτω
οτι σε κάνει τόσο ευάλωτο
όταν αρρωσταίνουν απ ' αυτό το συναίσθημα
που όλοι ονομάζουν έρωτα.

Έκλαψα για σένα
Είπα ψέμματα για σένα
πέθανα χίλιες φορές για σένα διέπραξα
ατελείωτα εγκλήματα για σένα
παρέδωσα την ψυχή μου στον Διάβολο έκανα
οτι θάκανε αυτός.

Τώρα πιά θα κλειδώσω την καρδιά μου
και θα πετάξω μακριά τα κλειδιά
ο Ερωτας δεν είναι η μοίρα μου
ο Ερωτας δεν έχει θέση στο πεπρωμένο μου.

Από φεις μπουκ

Kiriaki Politou: 21 Φεβρουαρίου στις 7:41 π.μ. Reply

Στην άκρη της σαΐτας
που ύφαινες το όνειρο,
κρέμασα την ευτυχία.

Το στημόνι γερό,
το υφάδι πολύχρωμο,
και η σαΐτα ακούραστη,
στον αργαλειό πηγαινοέφερνε
τους πόθους μου,
πλέκοντας προσδοκίες,
κεντώντας παραδείσους.

Στην άκρη της σαΐτας σου,
το όνειρο έσμιξε με την αλήθεια.
Η φαντασία την πραγματικότητα
συντρόφεψε καλόπιστα
και η λογική στο αίσθημα
έκαμε παρέα.

Το χρώμα με τον ήχο
αρμονικά αδελφώθηκαν
και σύνθεσαν τον έρωτα.

Στην άκρη της σαΐτας σου
το μυστικό μας φόρτωσα,
αέναα να πηγαινοέρχεται
κεντώντας την αγάπη.

Από φεις μπουκ

Elli Konstantinou: 21 Φεβρουαρίου στις 8:08 μ.μ. Reply

Το μικρό τελευταίο σου κουμπάκι
ξεκούμπωτο σημάδι μοναξιάς,
ολόκληρη φροντίδας ιστορία
σε πρωινά φιλιά αποχωρισμού
στην πόρτα μας.

Το δεύτερο ορφανό σου μαξιλάρι
σε σχήματα αστεία προσμονής μου,
γλυπτό μορφής υπό κατασκευή
σε νύχτες προσχέδιων ονείρων
στο κρεββάτι μας.

Τα χέρια σου αιώνιο γαιτανάκι
ατέλειωτο ταξίδι χωρίς στάσεις,
στο βάθος του ορίζοντα εγώ προορισμός
σε αγκαλιές σωμάτων γεωγραφία
στο κεφαλόσκαλο μας.

Ζωή και αντικείμενα.
Ημικύκλια και πανσέληνοι.
Μισοτελειωμένα παζλ και παιδικές ζωγραφιές.
Το όλο και το τίποτα.
Και κάπου ανάμεσα, σχεδόν εμείς.

Σίγουρα!

ΑΝΑΜΝΗΣΗ από Μανώλη Κατσούλη
Κάποτε\
θα αφήσουμε μακρυά \
αυτές τις χρωματιστές πέτρες\
τους κόκκινους ορίζοντες\
και τις αγριεμένες θάλασσες\
αλλά εκεί που θα πάμε\
ας έχουμε κερδίσει\
την ανάμνηση\
μιας υπέροχης διαδρομής.

ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ
Καλοκαίρι 1999

Από φεις μπουκ

Τσιγγάνα ευτυχία!
Σιγή μοναξιάς, ηρεμία εγκατάλειψης!
Άφωνα όλα.
Τα φώτα σβηστά,
η αυλαία πεσμένη!
Το παραμύθι έλαβε τέλος
κι η νεράιδα
στου μύθου το άτι σκαρφαλωμένη,
πιάνεται γερά
απ' τη χαίτη της φαντασίας
ενώ με τα σπιρούνια του πόθου
κεντρίζει
τα πλευρά του ονείρου.
Το όνειρο
θ' ανθίσει σ᾽ άλλη γειτονιά!
Κάποια άλλα παιδιά
περιμένουν.
Στην άκρη της γαλαρίας το φως
τρεμοσβήνει!
Στο άπειρο η λησμονιά
καραδοκεί.
Πλάι μου η ανάμνηση μοσχοβολά ακόμα.
Κοιτάζω γύρω μου
και σιωπαίνω!
Κοιτάζω μέσα μου
και γίνομαι φλύαρος!
Τα ίχνη σου αξεθώριαστα
στης καρδιάς και του νου
τα μονοπάτια.
Σαν όνειρο πέρασες,
σαν παράσταση τέλειωσες!
Κι ο Παλιάτσος ο Χρόνος βιάστηκε,
μ' ένα κουρέλι
απ' της ζωής το φόντο να σε σβήσει,
γράφοντας
τη λέξη ΤΕΛΟΣ
με γράμματα μεγάλα,
λες και θα περνούσε απαρατήρητο.
Στην άκρη της αυλαίας το παραμύθι
αργοπεθαίνει!
Και καθώς τα σύνεργά της η Χαρά η θεατρίνα μαζεύει,
την ύπαρξη μου,
κουρέλι άψυχο βλέπω στη σάλα,
κατάλοιπο θλιβερό της Ευτυχίας
που κατασκήνωσε
πρόχειρα!



41a3688b.jpg:
http://s435.photobucket.com/albums/qq76/giagkos_photos/Oil%20painting/?action=view&current=41a3688b.jpg

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2010

Από φεις μπουκ

Τάκης Τσαντήλας, αθέατο πάθος

Konstantinos Giannopoulos: 17 Φεβρουαρίου στις 5:50 μ.μ. Reply
αθέατο πάθος

Τόσο μονάχα
Όσο μια ανάσα εκπνέει
κι αλώνει το σώμα

Όσο οι ιλαρές ηλιαχτίδες
αναδίδουν το φως
εκεί που αγρικά το απρόσμενο
για να σπείρει ευωδιές
στο αθέατο πάθος
που πλανάται στο άπειρο

Όσο το θρόισμα του ανέμου
διαχέεται άφθαρτο
στο γυμνό σου κορμί
για να στάξει ο ουρανός
το αμόλευτο δάκρυ του

Όσο έν' ασφοδίλι ανθίζει
στις φλέβες μας


Τάκης Τσαντήλας

μήνυμα
Το ξέρω πως η επιλογή ενός ποιήματος μπορεί να είναι αδικία για τα άλλα...
Θα έρθει όμως η μέρα που όλα τα ποιήματα του κόσμου θα βρουν τον προορισμός τους!
Κ.Γ.

Από φεις μπουκ

A Poet To His Beloved, by William Butler Yeats

17 02 2010

Σου φέρνω με χέρια ευλαβικά
Τα βιβλία των αναρίθμητων ονείρων μου
Χλωμή γυναίκα που το πάθος σε ντύνει
Όπως η παλίρροια ντύνει τις ωχρές αμμούδες
Και με καρδιά αρχαιότερη απ’ το κέρας
Που ξεχειλίζει απ’ τη θαμπή φλόγα του καιρού:
Χλωμή γυναίκα με τ’ αναρίθμητα όνειρα
Σου φέρνω τα παθιασμένα μου λόγια

William Butler Yeats

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2010

Από φεις μπουκ

Η Titika Titikos Kapsopoulou

Ω ΓΥΝΑΙΚΑ
Σαν κομματάκια στα μπράτσα μου μέσα
να χαϊδεύω μπορώ ώρα πολύ την ψυχή σου
Δε μ'εχεις αφήσει λοιπόν να σε κρατώ
ω γυναίκα δική μου
Τόσο ανάλαφρη στα κλειδωμένα μου μπράτσα
κοιμάσαι με ανάλαφρη ανάσα
Δε μ'έχεις αφήσει για ένα όνειρο
που ούτε το σκέφτηκες
Τόσο ανάλαφρη που έτρεμα
μήπως μια ανάσα σε πάρει

Πριν από 49 λεπτά · · · Κοινοποίηση

Από φεις μπουκ

Η Titika Titikos Kapsopoulou [....]


πέταξαν όλα τα πουλιά μέσα από τα κλαριά μου
οι άδειες φωλιές ξεραίνονται καθώς το δάκρυ
άκρη άκρη εκεί στο μάγουλο
έφυγε κι ο ζωγράφος τούτου εδώ του πίνακα που κατοικώ
έτσι καθώς η αράχνη
έτσι καθώς μια μεταμέλεια

Τι ζωγραφίζει τι να ζωγραφίζει Ίσως τη νεότητα
Και τις ευτυχισμένες χώρες τους ανθρώπους που
Φοβά...μαι τόσο οι μέρες τους στις μέρες μου μη μοιάσουνε μια μέρα
Τι ζωγραφίζει εκείνος που στα πράγματα τα χρώματά τους τα καινούργια δίνει
Ίσως εσάς παιδιά ωραία παιδιά καθώς κι εμείς ση δυστυχία ταγμένα
Που αφήνετε μέσα από τα δάχτυλά σας να κυλά ο καιρός ης ηδονής
Πεισματικά πιστά στο ρόλο των προσώπων σας τον άψογο

Πώς χάνονται όλα μέσα μου όλα σβήνουν
Εκτός απ’ τη σκληρή ηδονή μετά πολύ
Που έχει φύγει... ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ
Περισσότερα

Πριν από 45 λεπτά · · · Κοινοποίηση

Από φεις μπουκ

Η Titika Titikos Kapsopoulou

Αν φύγεις
εκεί που η θάλασσα
σμίγει
με μουσικές
και με φώτα
να θυμάσαι
κάνει κρύο
σ' αυτόν τον παράξενο
κόσμο
Δεν έχω τίποτε άλλο,
μόνο δάκρυα
που παίζουν
με το μουσκεμένο
φως του δρόμου.

*Νίκος~Αλέξης Ασλάνογλου*

Πριν από 38 λεπτά · · · Κοινοποίηση

Από φεις μπουκ

Η Titika Titikos Kapsopoulou

ΚΑΜΙΑ ΑΦΙΣΑ Ή ΤΟΙΧΟΣ

Καμιά αφίσα ή τοίχος δε θα μαρτυρεί

το ελαφρό σου πέρασμα στη φλέβα

Πέφτεις σα σιγανή βροχή ανύποπτη

ανάμεσα στα ξεραμένα φύλλα

Καμιά σκαπάνη μουσικού δε θα σε βρει

τόσο βαθιά στο αίμα.

"Ο δύσκολος θάνατος"
Εκδ. Νεφέλη 1985

Πριν από 34 λεπτά · · · Κοινοποίηση

Από φεις μπουκ

Takis Tsantilas A: 17 Φεβρουαρίου στις 6:55 π.μ. Reply
ο χρόνος
η αιώνια λέξη που με κυνηγά,
δεν έχω μια στιγμή
ένα στίχο στα μαλλιά
να σου καρφιτσώσω

η μοναξιά
λυτρωτική, δική μου
δίχως υποκρισίες
ούτε σε δήθεν λόγους να ενδίδω

οι αλήθειες,
τα «θέλω» μας
πνιγμένα στα όρια
μιας συμβατικής πραγματικότητας

για μεταμέλειες
είναι αργά
τώρα που με κυνηγούν
ανελέητα

λίγη σιωπή
μόνο μου ανήκει
και οι χίμαιρες πως μπορώ
τα ανέλπιστα να ελπίζω

επιδιώξεις φτηνές
λάμψεις που σβήνουν
όταν πέφτει το σκοτάδι
κατατρώγουν τις ζωές μας

επιστροφή
δεν υπάρχει
ίσως μόνο μια στροφή
μια στροφή προς τα μέσα


"Άτιτλο" - Της Χρύσας Μαστροδήμου

Από φεις μπουκ

Η Titika Titikos Kapsopoulou

Μια νύχτα

Η κάμαρα ήταν πτωχική και πρόστυχη,
κρυμένη επάνω από την ύποπτη ταβέρνα.
Απ' το παράθυρο φαίνονταν το σοκάκι,
το ακάθαρτο και το στενό. Από κάτω
ήρχονταν η φωνές κάτι εργατών
που έπαιζαν χαρτιά και που γλεντούσαν.
Κ' εκεί στο λαϊκό, το ταπεινό κρεββάτι
είχα το σώμα του έρωτος, είχα τα χείλη
τα ηδονικά και ρό...δινα της μέθης -
τα ρόδινα μιας τέτοιας μέθης, που και τώρα
που γράφω, έπειτ' από τόσα χρόνια!,
μες στο μονήρες σπίτι μου, μεθώ ξανά.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
Περισσότερα

Σήμερα στις 1:59 π.μ. · · · Κοινοποίηση

Από φεις μπουκ

Η Titika Titikos Kapsopoulou Φωνή μου ράτσα υψικαμίνου

Πρώτον: σε θέλουνε ακίνδυνη και να ξεχνάς
κι ύστερα καλή μ'αυτούς φιλεναδίτσα τρυφερή
υποσχετική
οι αχρείοι .
Φωνή μου ράτσα υψικαμίνου από πλευρό
ανοικτό του αίλουρου , της ανηφόρας
απ'τα εννιά σκοινιά του βούρδουλα
κι ο ήλιος φίδι μες στο σύρμα .
Μην ξεχάσης φτύσ' τους .

΄Ας περιμένουν να σε σβήσω με ...νερό
ή κατά τες συνταγές αρχαίων Ελληνοσύρων
ας περιμένουν οι αχρείοι .
Περισσότερα

2 ώρες πριν · · · Κοινοποίηση

Από φεις μπουκ

Η Σοφία Αμπερίδου 'Έναστρη Νύχτα"- Βαν Γκογκ

Θά ῾θελᾳ νὰ φωνάξω τ᾿ ὄνομά σου, ἀγάπη, μ᾿ ὅλη μου τὴν δύναμη.
Νὰ τ᾿ ἀκούσουν οἱ χτίστες ἀπ᾿ τὶς σκαλωσιὲς καὶ νὰ φιλιοῦνται μὲ τὸν ἥλιο
νὰ τὸ μάθουν στὰ καράβια οἱ θερμαστὲς καὶ ν᾿ ἀνασάνουν ὅλα τὰ τριαντάφυλλα
νὰ τ᾿ ἀκούσει ἡ ἄνοιξη καὶ νά ῾ρχεται πιὸ γρήγορα
νὰ τὸ μάθουν τὰ παιδιὰ γιὰ νὰ μὴν φο...βοῦνται τὸ σκοτάδι,
νὰ τὸ λένε τὰ καλάμια στὶς ἀκροποταμιές, τὰ τρυγόνια πάνω στοὺς φράχτες
νὰ τ᾿ ἀκούσουν οἱ πρωτεύουσες τοῦ κόσμου καὶ νὰ τὸ ξαναποῦνε μ ὅλες τὶς καμπάνες τους
νὰ τὸ κουβεντιάζουνε τὰ βράδια οἱ πλύστρες χαϊδεύοντας τὰ πρησμένα χέρια τους.
Νὰ τὸ φωνάξω τόσο δυνατὰ
ποὺ νὰ μὴν ξανακοιμηθεῖ κανένα ὄνειρο στὸν κόσμο
καμιὰ ἐλπίδα πιὰ νὰ μὴν πεθάνει.
Νὰ τ᾿ ἀκούσει ὁ χρόνος καὶ νὰ μὴν σ᾿ ἀγγίξει, ἀγάπη μου, ποτέ.
Τάσος Λειβαδίτης
Περισσότερα

5 ώρες πριν · · · Κοινοποίηση

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2010

Από φεις μπουκ

Δημήτριος Μητρόπουλος: 15 Φεβρουαρίου στις 9:51 π.μ. Reply

ΑΙΩΝΙΟΙ ΕΧΘΡΟΙ
Ο σκύλος λέει της γάτας
«Τα νύχια σου ετοιμάζεις,
φυσάς και καμπουριάζεις.
Μα τι έχεις και θυμώνεις;
Ως πότε οι τσακωμοί;»
Κι εκείνη: «Μη ζυγώνεις,
σε σκίζω στη στιγμή!»

«Για στάσου», λέει ο σκύλος,
«δε θέλεις να είμαι φίλος;
Μιλώ στα σοβαρά»
κι εκούναε την ουρά.
«Τρωγόμαστε βδομάδες,
παίρνεις και δίνεις ξύλο.
Ας πάψουν οι καυγάδες
και δέξου με για φίλο.
Δε σκέφτηκες κομμάτι
πως απ’ την γκρίνια αυτή
θα μείνω μ’ ένα μάτι,
θα μείνεις μ’ ένα αυτί;»

Η γάτα με ησυχία
το πόδι κατεβάζει,
του σκύλου η ομιλία
σε συλλογή τη βάζει.
Λόγο τιμής εδώσαν•
ήταν εχθροί φιλιώσαν.
Ξεχάσαν τι είχε γίνει.
Συντρόφεψαν. Ειρήνη.

«Βλέπω καλά; Έχει χάζι!»
τ’ αφεντικό φωνάζει.
«Ποιοι να ’ν’ οι δυο εκεί κάτω
που τρων στο ίδιο πιάτο;»

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Από φεις μπουκ

Eulie Kougia: 15 Φεβρουαρίου στις 9:54 μ.μ. Reply
Να ‘το πάλι
Είναι κι εδώ
Κάτι που μου έχεις χαρίσει
Να ‘μαι πάλι εμπρός
Σε ό,τι δόθηκε να σε θυμίζει
Σε ανακαλώ μετά φόβου
Τίποτα δεν έχω λησμονήσει
Παρά μόνο το δώρο της λήθης
Αίφνης
Το έδαφος μ’ αφήνει
Πού είναι ο γνώριμος πόνος
Η βαρύτητα δεν υφίσταται
Πάει ο έρωτας
Μ’ ελευθέρωσε
Στην αγάπη ......................................

http://aeglie.blogspot.com/2007/11/blog-post_12.html
________________________
Γιούλη Κουγιά, "εσένα αγαπώ"

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2010

Από φεις μπουκ

Η Στέλλα Μπάκνη ........................
Έξω θα βρεις ένα μικρό χαρταετό

που ένα βήμα κι απ' τους δυο μας περιμένει,

εμείς που τρέχαμε σε άγρια διαδρομή

μείναμε απότομα εδώ σταματημένοι.

Και δεν υπάρχει πιο κατάλληλη στιγμή

όλος ο πάγος που μας σκέπασε να λιώσει

αν πλησιάσεις και με πάρεις αγκαλιά

ένας μικρός χαρταετός θα μας σηκώσει..

www.youtube.com
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΟΛΟΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ VIDEOCLIP ΤΩΝ ΚΟΚΚΙΝΩΝ ΧΑΛΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΑΝΟΥ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ.
πριν από μία ώρα περίπου · · · Κοινοποίηση

Από φεις μπουκ

Ο Panos Venizelos Δεν παίζονται τα ανθρωποειδή όσο κι αν προσπαθήσεις Τον βλάκα τον αχάριστο ποτέ δεν θα κερδίσεις. Και είναι όλα μάταια όσο κι αν ΄πολεμήσεις΄ Τον κύκλο μόνος σου ποτέ δεν θα τετραγωνίσεις. Το έγραψε ο Πλάτωνας και το είπε ο Διογένης Πως άνθρωποι δεν φτιάχνονται όσο κι αν επιμένεις...Από το "Ανάθεμα κατάντημα".

πριν από μία ώρα περίπου · ·

Από φεις μπουκ

Η Eleni Harlafti-Prospathopoulou H ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ Η ΓΝΩΣΗ ΜΕ ΑΝΕΒΑΖΑΝ ΣΤΟΥΣ ΟΥΡΑΝΟΥΣ ΑΛΛΑ ΠΑΝΤΑ Ο ΟΙΚΤΟΣ ΜΕ ΞΑΝΑΓΥΡΙΖΕ ΣΤΗ ΓΗ. ΚΡΑΥΓΕΣ ΠΟΝΟΥ ΑΝΤΙΛΑΛΟΥΣΑΝ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΠΑΙΔΙΩΝ ΠΟΥ ΠΕΙΝΟΥΣΑΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΒΑΣΑΝΙΖΟΝΤΑΝ ΓΕΡΩΝ ΠΟΥ ΑΦΗΝΟΝΤΑΝ ΑΒΟΗΘΗΤΟΙ. ΛΑΧΤΑΡΩ ΝΑ ΕΛΑΦΡΥΝΩ ΤΟΝ ΠΟΝΟ, ΑΛΛΑ ΔΕ ΜΠΟΡΩ ΚΑΙ ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΓΩ ΥΠΟΦΕΡΩ. ΜΠΕΡΤΡΑΝΤ ΡΑΣΕΛ (Bertrand Russell )

Πριν από 41 λεπτά · ·

Από φεις μπουκ

Η Eleni Harlafti-Prospathopoulou Ο FORTUNA...
Ω, τύχη που σαν το φεγγάριαλλάζεις συνέχειαπου μεγαλώνει κι ύστερα μικραίνει.
Μισητή ζωή, πότε σκληρήκαι πότε γλυκειάπαίζεις όπως σου έρθει.
Φτώχεια Ισχύςλειώνουν σαν τον πάγο.
Μοίρα αδυσώπητη και κενήρόδα που γυρίζειμε κακές προθέσεις, μάταιη η ευτυχίαπου πάντα διαλύεται.

Είσαι στη σκιά φορώντας πέπλο και πλ...ακώνεις κι εμένα αφού στα παιχνίδια σου
είμαι απροστάτευτος και κάνω ό,τι διαλέξεις.


Η μοίρα είναι ενάντια στην αρετή και στην υγεία μου. Από σένα άγομαι και φέρομαι σα σκλάβος σου.

Αρχίστε τώρα λοιπόν μην αργείτε αγγίξτε τις χορδές αφού της Μοίρας
είμαστε μαριονέτες κλάψτε όλοι μαζί μου!

ΚΑΛΟ ΣΑΣ ΞΗΜΕΡΩΜΑ
ΣΑΣ ΑΓΑΠΩ ♪♫•*¨*•.¸¸❤¸¸.•*¨*•☆.。.•*✿
Περισσότερα

www.youtube.com
musica che preferisco immagini hobby............
Πριν από 16 λεπτά · · · Κοινοποίηση

Από φεις μπουκ

ο χαρταετός
Κοινοποίηση
Χθες στις 10:06 μ.μ.
πάρε χαρταετέ εκεί ψηλά
αγάπες κι όνειρα κρυφά
στα σύννεφα άγγιξε τα,
κι ύστερα κοίταξε καλά,
κι αν δεις πως είν απατηλά,
να μη διστάσεις, πέταξε τα.

όνειρα, όνειρα τρελά
μόνο συ μπορείς να ταξιδέψεις,
κι από του σπάγκου την ουρά
να τα λικνίσεις απαλά
και να τα ξεμπερδέψεις.

πάρε χαρταετέ εκεί ψηλά
αγάπες κι όνειρα τρελά
χόρεψτα στον αγέρα,
κι αν τύχει βγουν αληθινά
νανούρισε τα απαλά
και τράβα παρα πέρα.

Μαράκος
Γράφτηκε πριν από 3 ώρες · Αναφορά Σημείωσης

Από φεις μπουκ

ΗΛΙΟΣ Ο ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ (1-27) του Μανώλη Α. Κατσούλη
Στην παρούσα σημείωση δημοσιεύω 4 ΜΕΡΗ (1-27)

ΜΕΡΟΣ α (1-6)

1
Ήλιε μου που σε φόρεσα και λάμπεις στο λαιμό μου
ξενύχτη μου και πορφυρέ γύφτε, που με μαγεύεις
άναψε τους ορίζοντες, φώτισε το μυαλό μου
μύστη, προφήτη, αίνιγμα, πάψε να με παιδεύεις

2
Γεράκι μεγαλόπρεπο, καθώς με αρμενίζεις,
βουνά, ποτάμια, θάλασσες, σπίθες πετροβολάνε,
λιόγερμα, ρόδισμα αυγής, φεγγάρι που χρυσίζεις
φλογολιστές και πειρατές εξήγηση ζητάνε.

3
Παρακαλώ σε, αετέ, τα φώτα σου μη σβήνουν,
γιατί χαλούν τις μυγδαλιές που βλέπει η Αστέρη
και θα μου λείψουν ακριβέ θροΐσματα που αφήνουν
στη χλόη τις διπλοσκιές και ποιος θα μου τις φέρει;

4
Στοχάζομαι τη γέννηση, το θάνατο κι ελπίζω
μαζί με μύριες αστραπές, άνθη μες τους αιώνες
δικαιοσύνης όαση να βρω και σου χαρίζω
δόξες, Ακρόπολες, Δελφούς, Μυκήνες, Παρθενώνες.

5
Αρματοφόρε άρχοντα που κτίζεις και γκρεμίζεις,
που χρωματίζεις τα φτερά ουράνιε διαβάτη
μια σκιά σου ζήτησα, χίλιες μου ζωγραφίζεις
με ερυθρόδερμα πουλιά και ωχρή οφθαλμαπάτη.

6
Παρακαλώ σε δέσποτα μην μπεις στο παραθύρι,
που έχει το μονάκριβο χρυσό και ασημένιο
μην σκιάζεις το κατώφλι της, βοήθησε να γείρει,
παρθενικό, γλυκύτατο, πετράδι σμαραγδένιο.


ΜΕΡΟΣ β 7-12

7
Πάμε αχτιδοφλέβες μου, Σταγόνες του Γενάρη
στις πυραμίδες μυστικά θέλω να εξερευνήσω,
σκιά, ρολόι, δείκτη μου, φύσηξε μου τη χάρη
στα πιο γαλήνια νέφη σου σημαίες ν' ανεμίσω.

8
Σε γνώρισα σαν γεωργό, σαν τον γιατρό, μα είδα,
εκείνο το αριστούργημα διπλός διπλός σαν βγήκες,
τότε αηδόνι έγινα και έγινες αχτίδα,
σε μια ολόκληρη ζωή λίγες στιγμές αντρίκες.

9
Να μην θυμώσει ο αδερφός, οι γείτονες να πάψουν,
του νότου οι κυπαρισσιές μην γείρουν τα κλαδιά τους,
του άνεμου κακογλωσσιές τα σπάρτα να μην κάψουν,
σαν τον κισσό σ’ αγκάλιασα να σβήνω την φωτιά τους.

10
Μου χάρισες απλόχερα χαρούμενο αέρα,
λουλούδισες τη νιότη μου, μ’ έντυσες τα καλά μου,
το ελάφι μου ξεδίψασες μια νύχτα κι όχι μέρα
μεσονυχτιάτικε φίλε μου, δάσκαλε και ήρωα μου.

11
Και σ’ αγαπώ αντάρτη μου, κλαίω απ’ την χαρά μου
όταν στη θάλασσα γλυκός, βουλιάζεις και νυχτώνεις,
όταν πίσω απ’ τα σύννεφα χτενίζεσαι κρυφά μου,
και απ το τέλος την αρχή όταν ξαναφυτρώνεις.

12
Και σ’ αγαπώ. Ναι σ’ αγαπώ, τώρα που σκοτεινιάζει,
που ‘σαι στ’ άσπρα σεντόνια σου και πλέκεις τα όνειρα σου,
να σε μακριά στο Βόσπορο ποια μοίρα το προστάζει,
φυλακισμένος καρτερώ το κρυφό φίλημα σου.


ΜΕΡΟΣ γ 13-18

13
Μα πιότερο σ’ αγάπησα ένα πρωινό φευγάτο
που μια ευχή σου έκανα κι άστραψες ζωγραφιά μου
και νόημα μου έγνεψες, γέλιο καλοσυνάτο
ύστερα το επαλήθεψες και καψες την καρδιά μου

14
Σειρήνα χρυσοξάνθηνη που όλα τα γνωρίζεις
τον πόλεμο και τις πληγές μπορείς κι αν θες γιατρεύεις
βοήθησε το άστρο μας που μόνο εσύ φωτίζεις
με θρύλους σε χορτάσαμε, θυσίες μας γυρεύεις.

15
Αχ έρωτα με μια θεά φτωχού βοσκού και μένα
στα όνειρα τερπνότατη με έχουνε βυθίσει
τρέχω στις όχθες ποταμών και βρίσκω μαγεμένα
λαλήματα ερωτικά και ποιος θα μου τα σβήσει;

16
Πέρασες απ’ την άπω ανατολή της σμύρνας ιερέα
άρωμα λουλουδιών λοτού, μονάρχη των πανθήρων
φτερούγισμα του ρολογιού, πανέμορφε δρομέα
γέννηση, γάμε, θάνατε, γραφίδα των παπύρων.

17
Αερικά περιπολούν των Αχνατών οι στίχοι
δένουν με μάγια την αυγή του Νείλου τις λαφίνες
με σκαραβαίους φυλακτό σκάβουν, σαν τυμβωρύχοι
όσο μακριά είσαι εσύ τόσο κοντά είναι κείνες.

18
Πήρες στην πιο ψηλή κορφή τον άνεμο μαζί σου
έχτισες το παλάτι σου, ρίχνεις τους κεραυνούς σου
φυλακισμένη κι έρημη θρηνώ την βούληση σου.
και αναρωτιέμαι η δυστυχής, τι άλλο έχει ο νους σου;


ΜΕΡΟΣ δ (19-27)

19
Εσύ που πλάθεις τα παιδιά, μερώνεις να μην κλαίνε
δίσκε ζωής, αρχή ζωής, πες μου την θέληση σου
άνοιξε τους αιόλους σου, σβήσε να μη με καίνε
οι πύρινες κηλίδες σου. Δύσε και εξηγήσου.

20
Ω! Άκουσε τις προσευχές των δέντρων που ανθίζουν
λευκά κόκκινα πέταλα στο χώμα τιναγμένα
οι θρήνοι μου τα σκόρπισαν και βάραθρα γεμίζουν
της νιότης μου οδυνηρά βάσανα ματωμένα.

21
Τεχνίτες έβαψαν χρυσό και βάφτισαν τ’ αστέρια
σημαίες καρφωθήκανε πάνω και στο φεγγάρι
Παρ’ ένα τριαντάφυλλο και με τα δυο σου χέρια
φύτεψε το στα πλάτια του άλλος να μην το πάρει.

22
Άκου που βράζουν οι σεισμοί στα βάθη του πελάγους
και αστραπές και κεραυνοί πέφτουν και καταιγίδες
λεβάντες απ’ την έρημο φέρνει ανθρωποφάγους.
Τίποτα συ δεν άκουσες και τίποτα δεν είδες;

23
Πέπλα οδύνης , άχρωμες σκιές μ’έχουν δικάσει.
Του Προμηθέα τα όρνεα περνούν σαν περιστέρια.
Ο Πλάτωνας ένας τρελός, δικαίως θα πεινάσει.
Χωρίς την γη με μούντζωναν του Άτλα τα δυο χέρια.

24
Κάτω απ’ του σήμερα τ’ απαίσιο φουστάνι
ζει του πολέμου ο αχός και ο θάνατος εδρεύει
Μα, σαν αγριολούλουδα νεανικό μποστάνι
δικό σου άγιο φως, λεβέντικα γυρεύει.

25
Στις εκκλησιές περιπολούν με ράσα ματωμένα.
Του κόσμου τα πεντάγωνα οργή περιτοιχίζουν.
Υποκρισίας μάστορες, καπέλα διεφθαρμένα,
την τραγωδία της ζωής υμνούν και φαφλατίζουν.

26
Εδώ Βοριάς εκεί Νοτιάς! Που είναι ο Πάπας; Νάτος!
Κηρύσσει αγιότητα αγγελικού θανάτου.
Στις πεδιάδες του Χρυσού φουσκώνει ο χορτάτος
Στην πεινασμένη Αφρική λιάζονται τ’ αχαμνά του.

27
Σε οργανισμούς χωρίς φωνή πάλι συνεδριάζουν
κι όλο για δικαιώματα ανθρώπινα μιλάνε
στις εκκλησιές ευλαβικά τα όπλα μας αγιάζουν
Χριστέ μου με ευρωδόλαρα διαρκείας σε πουλάνε.

ΜΑΝΩΛΗΣ Α. ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ

Το έργο αυτό έχει σύνολο 130 στίχους.
Σε άλλη σημείωση μου θα δημοσιευτεί η συνέχεια.

Από φεις μπουκ

Gianna Noti: 15 Φεβρουαρίου στις 1:46 π.μ. Reply
Οι αιώνιοι εχθροί

Ο σκύλος λέει της γάτας
«Τα νύχια σου ετοιμάζεις,
φυσάς και καμπουριάζεις.
Μα τι έχεις και θυμώνεις;
Ως πότε οι τσακωμοί;»
Κι εκείνη: «Μη ζυγώνεις,
σε σκίζω στη στιγμή!»

«Για στάσου», λέει ο σκύλος,
«δε θέλεις να είμαι φίλος;
Μιλώ στα σοβαρά»
κι εκούναε την ουρά.
«Τρωγόμαστε βδομάδες,
παίρνεις και δίνεις ξύλο.
Ας πάψουν οι καυγάδες
και δέξου με για φίλο.
Δε σκέφτηκες κομμάτι
πως απ’ την γκρίνια αυτή
θα μείνω μ’ ένα μάτι,
θα μείνεις μ’ ένα αυτί;»

Η γάτα με ησυχία
το πόδι κατεβάζει,
του σκύλου η ομιλία
σε συλλογή τη βάζει.
Λόγο τιμής εδώσαν•
ήταν εχθροί φιλιώσαν.
Ξεχάσαν τι είχε γίνει.
Συντρόφεψαν. Ειρήνη.

«Βλέπω καλά; Έχει χάζι!»
τ’ αφεντικό φωνάζει.
«Ποιοι να ’ν’ οι δυο εκεί κάτω
που τρων στο ίδιο πιάτο;»

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2010

Από φεις μπουκ

Eulie Kougia: 12 Φεβρουαρίου στις 10:29 μ.μ. Reply
Δεν είναι αδύναμη η σάρκα
Αγάπη μου
Σάρκα είναι η δύναμη
Σάρκα είναι η βούληση
Τα κύτταρα διαβάζουν
Όλα τα σημεία
Πώς η γνώση
Για χάρη της ζωής
Εκδηλώνεται ύλη
____________________
Γιούλη Κουγιά, "η σάρκα"
http://aeglie.blogspot.com/2007/12/blog-post_05.html

Από φεις μπουκ

Νανά Τ.: 13 Φεβρουαρίου στις 5:55 μ.μ. Reply
Θα είμαι το πιο ευτυχισμένο πλάσμα
κάτω απ' τον ήλιο!
Θ' αγγίζω χιλιάδες λουλούδια
και δεν θα κόβω ούτε ένα.
Θα βλέπω τους λόφους και τα σύννεφα
με ήρεμη ματιά
τη χλόη να λυγίζει απ' τον άνεμο
και πάλι να ορθώνεται.
Κι όταν θ' αρχίζουν ν' ανάβουν τα φώτα
κάτω στην πόλη,
θα μαντεύω ποιο πρέπει να άναψε
στο δικό μου σπίτι
και τότε θα ξεκινώ κατηφορίζοντας.

της Edna St. Vincent Millay

(εικονογραφημένο, εδώ) :

http://gift-colours.blogspot.com/2009/11/64.html

Από φεις μπουκ

Konstantinos Giannopoulos: 14 Φεβρουαρίου στις 1:06 π.μ. Reply
Αγάπη

Δροσούλα το ιλαρό το πρόσωπό της
κι εγώ ήμουν το κατάξερο ασφοδίλι.
Πώς μ’ έσεισε το ξύπνημα μιας νιότης,
πώς εγελάσαν τα πικρά μου χείλη!

Σάμπως τα μάτια της να μου είπαν ότι
δεν είμαι πλέον ο ναυαγός κι ο μόνος,
κι ελύγισα σαν από τρυφερότη,
εγώ που μ’ είχε πέτρα κάνει ο πόνος.

Κώστας Καρυωτάκης



Η αγάπη του ποιητή

Μ’ απάντησες στο δρόμο σου, Ποιητή.
Ήμουν το πρωτολούλουδο του Απρίλη.
Η δίψα της αγάπης που ζητεί
σου φλόγιζε τη σκέψη και τα χείλη.

Ήμουν το πρωτολούλουδο. Κλειστή
τότε η πηγή των στοχασμών μου, εμίλει,
μόνο η καρδιά μου αθώα και λατρευτή,
όταν το πρώτο βλέμμα μού είχες στείλει.

Με τον καιρό, τον πόθο σου σ’ εμέ
να φανερώσεις σίμωσες. Ωιμέ,
ήμασταν μιας γενιάς παιδιά. Η καρδιά μας

αγάπαε με το πάθος που ζητά
να πάρει, το αισθανθήκαμε φρικτά
και πήραμεν αλλούθε τη ματιά μας.

Ανέκδοτο ποίημα της Μαρίας Πολυδούρη

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2010

Από φεις μπουκ

Gianna Tsantila 14 Ιανουαρίου στις 12:56 μ.μ. Απάντηση
Πως να σ'αγγιξω ομορφα
οταν αμφισβητω την ομορφια..
Δεν εχω βιωσει πολλα ομορφα χαδια..
Περασαν αρκετα τρομαγμενα βραδια
κλεισμενα με ασφαλεια
σ'ενα σκοτεινο δωματιο,
οχι δικο μου,
με πρωταγωνιστρια,
εμενα
και με αιτια,
ενα η' περισσοτερα αγγιγματα
αγνωστης φυσης..
(Ενα αγγιγμα μπορει να σ'αναστησει..
Αλλα ενα και μονο αγγιγμα μπορει και να σε σκοτωσει..)

*Προτιμω να μ'ακουμπατε
με τα ματια σας,
παρακαλω..
Φοβαμαι τ'αγγιγμα σας
και μπορει να μ'αγριεψει
ακομα περισσοτερο..

Μα αν επιμενετε να νιωσετε
το δερμα μου,
το σωμα μου,
νιωστε πρωτα το αιμα μου....


"Aγγιγμα αγνωστης φυσης" - Της Αναστασίας "Ησυχίας"

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

Από φεις μπουκ

Takis Tsantilas 16 Ιανουαρίου στις 8:42 π.μ. Απάντηση
Τ' όνομά σου : ψωμί στο τραπέζι
Τ' όνομά σου : νερό στην πηγή.
Τ' όνομά σου : αγιόκλημα αναρριχόμενων άστρων.
Τ' όνομά σου : παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του Μάη.

Τ' όνομά σου : ρινίσματα ήλιου
Τ' όνομά σου : στροφή από φλάουτο τη νύχτα.
Τ' όνομά σου : στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλο.
Τ' όνομά σου : κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την 'άνοιξη πίσω τους

Τ' όνομά σου : βροχούλα στου σπορέα το μέτωπο
Τ' όνομά σου : περίσσευμα στου βοσκού την καλύβα
Τ' όνομά σου : τοπίο χωρισμένο με χρώματα
Τ' όνομά σου : δυο δρυς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες του.

Τ' όνομά σου : ένας ψίθυρος απ' αστέρι σε αστέρι
Τ' όνομά σου : ομιλία δύο ρυακιών μεταξύ τους
Τ' όνομά σου : μονόλογος ενός πεύκου στο Σούνιο
Τ' όνομά σου : ένα ελάφι βουτηγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου.

Τ' όνομά σου : ροδόφυλλο σ' ενός βρέφους το το μάγουλο
Τ' όνομά σου : πεντάγραμμο στις κεραίες των γρύλων
Τ' όνομά σου : ο Ηνίοχος στην άμαξα του ήλιου.
Τ' όνομά σου : πορεία πέντε κύκνων που σέρνουν την πούλια στα μεσούρανα

Τ' όνομά σου : Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσους.
Τ' όνομά σου : Ειρήνη στους δρόμους των πόλεων
Τ' όνομά σου : Ειρήνη στις ρότες των πλοίων
Τ' όνομά σου : ένας άρτος, βαλμένος στην άκρη της γης που περίσσεψε

Τ' όνομά σου : αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα.
Τ' όνομά σου : αλληλούια πάνω στο Έβερεστ

ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ – «ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ»
_______________________________________

Από φεις μπουκ

Gianna Tsantila 17 Ιανουαρίου στις 12:09 μ.μ. Απάντηση
Να 'χα δυο χέρια, δυο σπαθιά
να σε σκεπάσω αγάπη μου
να μη σ' αγγίζει ο πόνος.
Να 'μουν αητός, να 'χα φτερά
για να σε πάρω μακριά
να μη σε βρίσκει ο χρόνος.

Έφυγ' η μέρα μας πικρή
κι άρχισε να βραδιάζει,
μες στο τραγούδι το αίμα μου
κόμπο τον κό-, κόμπο τον κόμπο στάζει.

Πήρα τους δρόμους τ' ουρανού
τα σύννεφα κυνήγησα
μίλησα με τ' αστέρια.
Έψαξα νότο και βοριά
για να σου φέρω τη χαρά
μα έμεινα μ' άδεια χέρια.

Έφυγ' η μέρα μας πικρή
κι άρχισε να βραδιάζει,
μες στο τραγούδι το αίμα μου
κόμπο τον κό-, κόμπο τον κόμπο στάζει.


Μελοποιημένη Ποίηση
«Πήρα τους δρόμους τ' ουρανού» - Στίχοι: Τάσος Λειβαδίτης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη εκτέλεση: Τζένη Καρέζη
Άλλες ερμηνείες: Μαρία Φαραντούρη

Από φεις μπουκ

Takis Tsantilas 18 Ιανουαρίου στις 9:06 π.μ. Απάντηση
Είναι κάτι στιγμές που σε βρίσκουν τις νύχτες
όλα στέκουν και λες πως σταθήκαν κι οι δείχτες
κι αν οι ώρες χτυπούν σαν σφυριά σε αμόνια
οι στιγμές δεν περνούν μα κρατάνε αιώνια.

Αναμνήσεις παλιές σαν τις φλόγες σε καίνε
σε κυκλώνουν σκιές κι όλα γύρω σου φταίνε
σου μιλάνε φωνές με παράξενες λέξεις
είναι κάτι στιγμές που ρωτάς αν θ' αντέξεις.

Είναι κάτι στιγμές που σου πνίγουν τα στήθια
θέλεις χίλιες φορές να φωνάξεις βοήθεια
σ' ένα κλάμα σκληρό να ξεσπάσεις να βρίσεις
ή να πεις σ' αγαπώ μα σε ποιόν να μιλήσεις.

Είναι κάτι στιγμές που δεν έχεις κουράγιο
σε τσακίζει το χτες σε φοβίζει το αύριο
τώρα λες θα χαθώ κι ανάσα σου παύει
κι είσαι σ' ένα βυθό βουλιαγμένο καράβι.

Στο κενό περπατάς τρέχει γύρω σου κόσμος
σε κοιτούν τους κοιτάς δεν σε βλέπουνε όμως
δεν υπάρχουν χαρές οι ελπίδες τελειώνουν
είναι κάτι στιγμές που χτυπούν και σε λιώνουν

Είναι κάτι στιγμές που σου πνίγουν τα στήθια
θέλεις χίλιες φορές να φωνάξεις βοήθεια
σ' ένα κλάμα σκληρό να ξεσπάσεις να βρίσεις
ή να πεις σ' αγαπώ μα σε ποιόν να μιλήσεις.


«Είναι κάτι στιγμές» - Του Γιάννη Καλαμίτση
Μελοποιημένο από τον Τάκη Μπουγά
Ερμηνεύει ο Κώστας Καράλης
______________________________________

Καλημέρα και καλή εβδομάδα σε Όλες και Όλους σας (μας)..

Από φεις μπουκ

Eleni Gounari 19 Ιανουαρίου στις 12:30 μ.μ. Απάντηση
Κανένα σημάδι απ' την πάλη του έρωτα
Όλα στη θέση τους
κι' εσύ στη δική σου
Είχες πει φεύγοντας, πως αν μείνεις ένα λεπτό ακόμα,
θα χαλάσει η ισορροπία
Η ισορροπία που πρέπει νάχει ένας κόσμος βολεμένος
για μα μην ξεβολευτεί
Ένας κόσμος που ζει για να διαφεντεύει τα πάθη,
να τα διατάζει και να τα εξορίζει
Κανένα σημάδι κι' εσύ στο πόστο σου
Είπες για μιά ώρα κι' ήρθες για μιά ώρα
Ούτε πιο πολύ, ούτε πιο λίγο
Σταγόνα στην αιωνιότητα, κραυγή στη σιωπή
Κι' εγώ, που πληγώνομαι χρόνια απ' τη σιωπή,
κλείνω την κραυγή στο σώμα μου
και κλειδώνω τη σταγόνα στα βλέφαρά μου
Κρατώ το δάκρυ να μην τρέξει και με προδώσει
Κανένα σημάδι απ' την πάλη του έρωτα
Για να φανούμε καθαροί στα μάτια του κόσμου
του βρώμικου.

"Κανένα σημάδι" - Της Μαρίας Παπαδάκη

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2010

της Μαργαρίτας Βατίστα

Gianna Tsantila 30 Δεκεμβρίου 2009 στις 6:45 π.μ. Απάντηση
Μες των ματιών σου
του θεάτρου την σκηνή
οι ανάσες μου δακρύζουν
γιατί τα λόγια στο έργο σου
εμένα αφορίζουν.

Θα ξημερώσει μια νυχτιά
στο έργο όταν θα παίζω
τ΄ άγγιγμα να χειροκροτάς
όταν το ερμηνεύω.

Μες της ψυχής μου
του θεάτρου την σκηνή
τα δάκρυα σου κλαίνε
στο έργο που έγραψα εγώ
όταν σε ερμηνεύω.

Θα ξημερώσει μάτια μου
μα θα ΄ναι αργά για σένα
γιατί πρωταγωνίστρια
θα ‘μαι μόνο για μένα.


Χειροκρότημα - της Μαργαρίτας Βατίστα

Του Άγγελου Παπαγεωργίου

Takis Tsantilas 31 Δεκεμβρίου 2009 στις 2:30 π.μ. Απάντηση
Όταν γεννιέται ο Ποιητής, απόξω από το σπίτι,
ζυγώνουν τέσσερα στοιχειά, σταλμένα απ' το Θεό !
Από του Βέγα τα βουνά κι απ' τον Αποσπερίτη,
ταξιδεμένα στη νυχτιά, μες σ' άγριο καιρό...

Το σπίτι χερακώνουνε - σκεπή, θεμέλια, τοίχο -
και πέρα - δώθε το κουνάν', σαν βάρκα στα νερά
κι άμα αποστάσουν κάθονται παράμερα στον κήπο
κι ουρλιάζουνε παράξενα, στην κρύα σκοτεινιά !!!

Τ' ακούει ο μαύρος ποταμός, μέσ' απ' της γης το βάθος
και μπαίνει απ' τα παράθυρα, στην κούνια του παιδιού
και στάζει Θάνατο, Έρωτα, Τρέλα και Φως και Πάθος,
στα μωρουδίσια βλέφαρα, στην άκρη του ματιού!

Κι είναι απ' την πρώτη ώρα του, παιδί θανατωμένο,
τρελό και με τον Έρωτα, θεό και βασιλιά
και με το φως τ' Απόλλωνα, στο βλέμμα το θλιμένο,
να χαίρεται τα χάσματα και να τα τραγουδά!
...................................
Βυζαίνει θανατόγαλο, απ' του καημού το στήθος!
Ο δάσκαλος το χαίρεται, δικό του το νογά!
Κι αυτό τρανεύει και τραβά αγέρωχο στο πλήθος,
με τα στοιχειά τα τέσσερα, στην άκρη στην καρδιά!
....................................

Λάμπει, τρελαίνεται, αγαπά, πεθαίνει απ' τ' Άγιο Πάθος,
αρχάγγελος και δαίμονας, ποτάμι και φωτιά
και τις καμπάνες του χτυπά, χαρούμενος ο Άθως,
κάθε φορά που η πένα του, μαλάματα γεννά!!!
...................................
Όταν γεννιέται ο Ποιητής, η μάνα του πονάει,
δεν χαίρεται, όπως χαίρονται οι μάνες οι πολλές,
γιατί τη σφάζει το πικρό ψωμάκι που θα φάει
και τ' άδικο το αίμα του, στις ανοιχτές πληγές!!!



"Όταν γεννιέται ο ποιητής" - Του Άγγελου Παπαγεωργίου

ΚΑΤΙΑΣ ΡΙΣΚΑ

Eleni Gounari 02 Ιανουαρίου στις 11:04 π.μ. Απάντηση
Τρομαγμένα πουλιά
με φτερά ανοικτά
πανικό να σκορπούν
να τσιρίζουν
Ξεχασμένα παιδιά
στα καμένα χωριά
πώς μπορούν να σωθούν
δε γνωρίζουν.

Σωπάστε...
Κοιτάτε...
Σας ζητώ μοναχά μη μιλάτε
κάπου εκεί μακριά να κοιτάτε
Χώμα, γη κι ουρανός γίναν’ ένα
μοιάζει ο τόπος αυτός να 'ναι ψέμα.
Σωπάστε...
Κοιτάτε...
Σπίτια, σάρκες, νερό μια εικόνα
στοιχειωμένα λεπτά στον αιώνα.

Δακρυσμένες ματιές
στο θεό τους γιατί
με τα χείλη βουβά
να υψώνουν.
Λασπωμένες ψυχές
κουβαλούν τα κορμιά,
χρόνια ξέρουν πολλά
θα πληρώνουν.

Σωπάστε...
Κοιτάτε...
Σας ζητώ μοναχά μη μιλάτε
κάπου εκεί μακριά να κοιτάτε
Αίμα, δάκρυ, φωτιά ένα σώμα
να 'χει ο θάνατος κόκκινο στρώμα
Σωπάστε...
Κοιτάτε...
Την μάτια μας δεν είναι η μόνη
στον αιώνα πληγή που ματώνει....


"ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΑ ΛΕΠΤΑ" - ΤΗΣ ΚΑΤΙΑΣ ΡΙΣΚΑ

Τάκης Τσαντήλας

Takis Tsantilas 01 Ιανουαρίου στις 7:58 μ.μ. Απάντηση
"Η διέλευση στις συμπληγάδες της ζωής
απαιτεί δεξιότητα στις κινήσεις
με αργά και ανάλαφρα βήματα
Σαν σε χορό ερωτικό
με φόντο τη φωτιά και τη μνήμη"

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ

Gianna Tsantila 03 Ιανουαρίου στις 11:51 π.μ. Απάντηση
Δεν ήρθες
Ο μαύρος αέρας σύριξε
νυχτέρι άναστρο
και πεθαμένοι κήποι
Δεν ήρθες
Τα χείλη στέναξαν
φεγγάρι άχρωμο
και μασημένη λύπη

Ένα τραγούδι ξεψυχάει
στις όχθες
του ετοιμοθάνατου έρωτα
ανάμεσα στα σχίνα
και στα στίγματα της νύχτας

Δεν ήρθες
Ο κόσμος έσβησε
τραυλό το σούρουπο
και νυσταγμένοι ίσκιοι
Δεν ήρθες
Τα πάντα σίγησαν
θάλασσα ακίνητη
και νεκρωμένοι μίσχοι


Ένα τραγούδι ξεψυχάει
στις όχθες
του ετοιμοθάνατου έρωτα
ανάμεσα στα σχίνα
και στα στίγματα της νύχτας

το τραγούδι ενός κόσμου της απώλειας


ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ - Ένα τραγούδι ξεψυχάει

Έλενας Πολυγένη

Takis Tsantilas 05 Ιανουαρίου στις 9:20 π.μ. Απάντηση
Δεν φωνάζει πια η λύπη μου
Στέκεται παράμερα και κοιτάζει με απορία
Δεν απομένει σχεδόν τίποτα για ν’ αναλύσουμε
Εξαντλήθηκε η έμπνευση
Μέσα σε στενά ρηχά δοχεία

Κάνω να σηκωθώ μα ξανακάθομαι
Κοιτάζω δήθεν το ρολόι μου
Ψάχνω να βρω μάταια μια λέξη
Μια νεκρή λέξη
Που να ηχήσει αδιάφορα και να χαθεί
Χωρίς ν’ αφήσει ίχνη

Δεν πονάω πια. Μόνο κοιτάζω με μεγάλα
Άδεια μάτια


"σιωπή" - της Έλενας Πολυγένη ("γράμματα σε μαυροπίνακα")

Ανέστης Μελιδώνης

Eleni Gounari 06 Ιανουαρίου στις 4:00 μ.μ. Απάντηση
Έτσι που σε φαντάστηκα
και διαπέρασες τον κόσμο μου
κομήτης
χαραγμένος με ερωτόλογα.
Έτσι που σε άγγιξα
κι άνθισες
στο χάσιμο ενός χαδιού
από κυκλάμινα.
Έτσι θα σ’ αγαπώ
βιολί ξεστρατισμένο από ορχήστρα συμφωνική
όνειρο κοιμισμένου βιβλικού θεού
άμαξα που χρέωσε τα άλογα
με ελευθερία.

Ανέστης Μελιδώνης - "Κυματισμοί"

Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΕΡΑ

Takis Tsantilas 07 Ιανουαρίου στις 2:08 μ.μ. Απάντηση
Ανέρωτο κρασί να κοινωνούν, τα όνειρα γυρεύουν
σε μια γωνιά μοναχική σαν άγρυπνοι ξενύχτες
Στις πίστες φεγγαριού Μαγιού, τη νύχτα τους ξοδεύουν
Και λίγο πριν τη χαραυγή, το σκάνε σαν αλήτες

Στα χρώματα κρύου δειλινού ,τα βλέπω να χορεύουν
Σε ήχο ρέκβιεμ μαγικό φερμένο απ τους αιώνες
Χαϊδεύοντας την άρπα σου τα μάτια ταξιδεύουν
Στα θέλω σου που μείνανε αγνού παιδιού εικόνες

Όμως εσύ, είσαι εκεί , θεϊκό ανείπωτο ρήμα
Μοιάζει η άγια σου μορφή λευκού αγγέλου ντύμα
Με μελωδία μυστική ψηλά με αρμενίζεις
Στη στοργική σου αγκαλιά γλυκά με νανουρίζεις

Βάλσαμο είσαι στην ψυχή ,του ήλιου μου αχτίδα
Άκτιστο φως σαν διαπερνάς της μοναξιάς τα γκρίζα
Μια μυρωδιά μεθυστική η αύρα του κορμιού σου
Με κρύβεις μες στα βάθη σου, στ’ απέραντα του νου σου


Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΕΡΑ

Μαρία Πισιώτη

Gianna Tsantila 08 Ιανουαρίου στις 6:05 μ.μ. Απάντηση
Μύρισε Άνοιξη, μα εσύ την πυρπολείς
με τη σιωπή σου.
Κρύβεις τα τιμαλφή και υποχωρείς
στην Κενταύρια ζώνη
να δέσεις τ’ όνειρο με την ονείρωξη,
το στίχο με τον τοίχο
συναίσθημα άλογο με το παράλογο της λογικής,
- συνδυασμός καθόλα σουρεαλιστικός –
Μεγαλοπρεπής ή ρακένδυτος
μετράς στον καθρέφτη ανάσες που ξέχασες
ή μήπως… φοβήθηκες να πάρεις;
Μύρισε Άνοιξη, κι εσύ εμμένεις
στον ψίθυρο «δεν υπάρχεις, δεν υπάρχω, δεν υπάρχουμε».
Ίσως να μην υπήρξαμε ποτέ… ίσως…
ταλαντεύσεις χορδών νάμαστε.
Η ηδονή συγγενεύει με την οδύνη
ο τοίχος με τον στίχο
τ’ όνειρο με την ονείρωξη
το άλογο με το παράλογο
Κι εσύ, μωρό μου, πόσο μοιάζεις του Χειμώνα!

Ταλαντεύσεις* - Της Μαρία Πισιώτη
από την ποιητική συλλογή "Ηδύλη-ακά τποία;"
εκδόσεις "Πανεπιστημίου Μακεδονίας"

Συνεργάτες

Αρχειοθήκη ιστολογίου